χάιδι

χάιδι
χάιδι, το και χάδι, το
1. χάιδεμα.
2. καλόπιασμα, κολακεία: Με το χάδι και όχι με το άγριο κερδίζεις το παιδί.
3. νάζι, τσάκισμα: Κάνει πολλά χάιδια.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • χάιδι — το, Ν βλ. χάδι …   Dictionary of Greek

  • χάδι — το / χάδιν, ΝΜ, και χάιδι και ποιητ. τ. χάιδιο Ν 1. ελαφρό άγγιγμα με το χέρι, ως εκδήλωση αγάπης, στοργής, τρυφερότητας, χάιδεμα, θωπεία 2. τρυφερή περιποίηση, κολακευτικό καλόπιασμα («τού έκανε πολλά χάδια και τόν κατάφερε») 3. νάζι, ακκισμός.… …   Dictionary of Greek

  • ανομοίωση — Το γλωσσικό φαινόμενο κατά το οποίο, από δύο όμοιους ή συγγενικούς φθόγγους μιας λέξης, ο ένας αποβάλλεται ή αντικαθίσταται από άλλον συγγενικό φωνητικά φθόγγο: ρόδι αντί ρόιδι, χάδι αντί χάιδι και αδέρφια αντί αδέλφια, γλήγορα αντί γρήγορα. Άλλη …   Dictionary of Greek

  • χαδιάρης — και χαϊδιάρης, α, ικο, Ν (για πρόσ.) αυτός που τού αρέσουν τα χάδια, εκείνος στον οποίο αρέσει να τού συμπεριφέρονται τρυφερά (α. «χαδιάρα γάτα» β. «χαδιάρικο παιδάκι»). [ΕΤΥΜΟΛ. < χάδι / χάιδι + κατάλ. ιάρης (πρβλ. γκριν ιάρης)] …   Dictionary of Greek

  • χαϊδανασταίνω — Ν ανατρέφω με χάδια, με μεγάλη στοργή και τρυφερότητα. [ΕΤΥΜΟΛ. < χάιδι / χάδι + ανασταίνω «ανατρέφω»] …   Dictionary of Greek

  • χαϊδεύω — και χαδεύω Ν [χάιδι / χάδι] 1. θωπεύω, αγγίζω ή τρίβω ελαφρά με την παλάμη τού χεριού, στοργικά, τρυφερά, με αγάπη κάποιον (α. «τού χάιδεψε το μέτωπο» β. «μη χαϊδεύεις πολύ τη γάτα») 2. περιποιούμαι πολύ κάποιον ή συμπεριφέρομαι κολακευτικά σε… …   Dictionary of Greek

  • χαϊδολογώ — άω, και τ. μέσ. χαϊδολογιέμαι, Ν 1. χαϊδεύω συχνά κάποιον 2. μέσ. χαϊδολογιέμαι α) μού αρέσουν πολύ τα χάδια β) κάνω νάζια. [ΕΤΥΜΟΛ. < χάιδι / χάδι + λογώ*] …   Dictionary of Greek

  • χαϊδούλης — ο, Ν παραχαϊδεμένος. [ΕΤΥΜΟΛ. < χάιδι / χάδι + υποκορ. κατάλ. ούλης (πρβλ. φτωχ ούλης)] …   Dictionary of Greek

  • χάδι — το βλ. χάιδι …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”